Αρχική Συζητήσεις Δημόσια Διαβούλευση ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΕΞΙ (6) ΠΑΝΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΕΙΦΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΔΑΣΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 12. 4. ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΔΑΣΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

  • Αυτό το θέμα είναι κενό.
Επισκόπηση 0 απαντητικών νημάτων
  • Συντάκτης
    Δημοσιεύσεις
    • #713
      grpfc
      Keymaster

      Το δάσος και οι δασικές εκτάσεις αποτελούν ένα ολοκληρωμένο ενιαίο σύνθετο οικοσύστημα, το οποίο έχει ανάγκη συνολικής διαχείρισης. Για τις καρπώσεις που προβλέπει η διαχείριση των δασών εξετάζονται οι βέλτιστες και πιο κατάλληλες μέθοδοι δασοκομικού χειρισμού και συγκομιδής, ώστε να εξασφαλίζεται η διατήρηση και προστασία των ενδιαιτημάτων της χλωρίδας και πανίδας και να πλήττεται στο ελάχιστο δυνατόν το δασικό οικοσύστημα στο σύνολό του.
      Οι παράμετροι, με βάση τον ορισμό της βιοποικιλότητας, που οδηγούν στην αξιολόγησή της και πρέπει να εξετάζονται είναι α) η ποικιλότητα των ειδών, β) η ποικιλότητα των οικοσυστημάτων και γ) η γενετική ποικιλότητα.
      Επίσης λαμβάνονται υπόψη οι στόχοι διατήρησης και προστασίας των προστατευόμενων περιοχών, που έχουν καθοριστεί από το πρόγραμμα εποπτείας και αξιολόγησης της κατάστασης διατήρησης ειδών και τύπων οικοτόπων στην Ελλάδα, καθώς και τα αποτελέσματα αυτού και οι οδηγίες που έχουν δοθεί κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις των Νόμων 1650/86 και 3739/2011.
      Ειδικά για τις Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) και σε ότι αφορά τους δασοκομικούς χειρισμούς σε αυτές, λαμβάνονται υπόψη όσα ορίζει το άρθρο 5στ της με αριθμό 37338/1807/Ε103/2010 κοινής υπουργικής απόφασης με τίτλο «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων/ενδιαιτημάτων της…». Αντίστοιχα, πρέπει να τηρούνται υποχρεώσεις και δεσμεύσεις που τίθενται από τη θεσμοθέτηση περιοχών ως προστατευόμενες, με οποιοδήποτε καθεστώς προστασίας, όπως τα Καταφύγια Άγριας Ζωής (ΚΑΖ).

      4.1 ΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ ΣΤΗ ΔΙΑΘΡΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΣΥΣΤΑΔΩΝ

      4.1.1 Αναγέννηση

      4.1.1.1 Για την αναγέννηση των δασών, προτιμάται η φυσική αναγέννηση. Εάν στην υπό αναγέννηση συστάδα και σύμφωνα με τον επιδιωκόμενο αναγεννητικό σκοπό δεν υπάρχουν τα επιθυμητά είδη δένδρων, ή είναι ανεπαρκή ως προς την κάλυψη ολόκληρης της επιφάνειας, ή δεν είναι της επιθυμητής ποιότητας, δύναται να χρησιμοποιηθούν διαφορετικές προελεύσεις προς αναδάσωση, με επαρκή προσαρμοστικότητα στις συνθήκες του σταθμού.

      4.1.1.2 Η ποικιλομορφία στη διάθρωση και στη δομή των δασοσυστάδων, θα πρέπει να προωθηθεί ή να βελτιωθεί προκειμένου να ενισχυθεί ο βαθμός της οικολογικής σταθερότητας (steady-state), ο βαθμός της οικολογικής ελαστικότητας (resilience), ο βαθμός της προσαρμοστικότητας (adaptation), ο βαθμός ικανότητας δέσμευσης άνθρακα από τη βιομάζα και τη νεκρομάζα (climate change mitigation) στο έδαφος, ώστε να μειωθεί ο βαθμός ευπάθειας (vulnerability) των δασών απέναντι στις μελλοντικές, ακραίες κλιματικές μεταβολές.

      4.1.1.3 Για τη μέγιστη δυνατή σταθερότητα παραγωγής ξυλώδους όγκου, υψηλής αξίας, με την ελάχιστη καταβολή εργασίας και χρήσης μέσων, συστήνεται ο εντοπισμός (βάση εγκεκριμένου εθνικού καταλόγου) και η ανατροφή ενός τέτοιου επιθυμητού πολλαπλασιαστικού υλικού, όπου η γενετική ιδιοσυστασία του να εμπεριέχει έναν αρκετά υψηλό βαθμό φαινοτυπικής πλαστικότητας, να μπορεί δηλαδή να ανταπεξέρχεται στις οποιεσδήποτε μεταβολές του κλίματος.
      Οι συστάδες αυτές απαιτούν ειδικό διαχειριστικό και δασοπονικό χειρισμό, έτσι ώστε να εξασφαλίζουν πάντοτε άριστους φαινοτύπους-απογόνους.

      4.2 ΔΑΣΟΠΟΝΙΚΑ ΕΙΔΗ – ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΣΥΣΤΑΔΩΝ – ΕΓΓΥΤΗΤΑ ΣΤΗ ΦΥΣΗ

      4.2.1 Κατά το σχεδιασμό της διαχείρισης των δασών, θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα για τη διατήρηση και τη βελτίωση της βιοποικιλότητας όσον αφορά τα ενδιαιτήματα, ιδίως τα είδη και τη γενετική ποικιλομορφία.

      4.2.2 Η ρύθμιση και η διαμόρφωση της δομής των συστάδων μέσω των διαχειριστικών μέτρων, θα πρέπει να μεριμνά αφενός για τη διαφύλαξη και βελτίωση του βαθμού σταθερότητας τους και αφετέρου να ικανοποιούνται οι σύγχρονες, ορθολογικές κοινωφελείς ανάγκες. Γι΄ αυτούς τους λόγους, προτείνεται η διατήρηση και η προώθηση μιας πλούσιας ποικιλότητας στη σύνθεση και στη δομή των συστάδων και των ειδών, καθώς και στη διατήρηση της ποικιλομορφίας σε επίπεδο τοπίου.

      4.2.3 Κατά τη δημιουργία και καλλιέργεια των δασοσυστάδων, θα πρέπει – με γνώμονα τη μίμηση και όχι την αντιγραφή της φύσης – να επιτυγχάνεται μια τέτοια δομή, διάρθρωση και σύνθεση, η οποία να αγγίζει αυτές των φυσικών δασών. Προϋπόθεση για την εξασφάλιση της επιτυχίας, σχετικά με τις απαιτήσεις της προσπάθειας αυτής, αλλά και της πλήρους αρμονικής συνύπαρξης όλων των δασικών λειτουργιών όπου δύναται να εκπληρωθούν, είναι η υποστήριξη της δυναμικής εξέλιξης των συστάδων. Ως εκ τούτου, συστήνεται η επιλογή και η εφαρμογή διαχειριστικών μέτρων, ώστε να επιδιώκεται η όσο το δυνατόν εγγύτερα στη φύση εξέλιξη των συστάδων στα διαφορετικά στάδια διαδοχής, στα οποία επέρχονται και να αποφεύγεται η μονομερής επιλογή υλοτομιών με στόχο την λήψη εμπορεύσιμου τύπου ξύλου (άτομα μεγάλης διαμέτρου).

      4.2.4 Ως επί το πλείστο δεν καλλιεργούνται και δεν προωθούνται μη αυτόχθονα δασοπονικά είδη, ειδικά σε δασικούς σταθμούς που είναι διαθέτουν σημαντική και ιδιαίτερη βιοποικιλότητα. Στην περίπτωση που τα υπάρχοντα αυτόχθονα είδη κινδυνεύουν, λόγω βιοτικών και αβιοτικών παραγόντων, ή η παραγωγική τους απόδοση είναι μικρότερη από την αναμενόμενη, προτείνεται να εμπλουτισθεί η περιοχή, ιδίως στις αμιγείς συστάδες κωνοφόρων, με αυτόχθονα πλατύφυλλα αλλά και άλλα κωνοφόρα είδη, τα οποία είναι προσαρμοσμένα στις αβιοτικές και βιοτικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή εισαγωγής, με σκοπό την μετατροπή των αμιγών δασοσυστάδων σε μικτές. Επιπρόσθετα, προτείνεται σταδιακά η αύξηση του αριθμού των πλατυφύλλων ειδών στη σύνθεση της συστάδας. Μέριμνα θα πρέπει να λαμβάνεται ώστε το αναπαραγωγικό υλικό να προέρχεται από τοπικό πληθυσμό για να μην αλλοιωθεί η γενετική σύσταση των ειδών που φύονται στην περιοχή.

      4.2.5 Τα ξενικά χωροκατακτητικά είδη, θα πρέπει να καταγράφονται, να εξετάζονται για τον προσδιορισμό της εξειδίκευσης του ξενιστή και των βιοτικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ των ειδών και να παρακολουθούνται μέσα στις δασοσυστάδες. Θα πρέπει επίσης, να αντιμετωπίζονται με βάση την κείμενη εθνική και ευρωπαική νομοθεσία, ώστε το ισοζύγιο των θετικών (συμβάλουν στη σταθεροποίηση των εδαφών από διάβρωση, παρέχουν νέκταρ στα γηγενή είδη εντόμων, παρέχουν θέσεις φωλεοποίησης σε πουλιά και θηλαστικά) και των αρνητικών επιπτώσεων να αξιολογείται, προκειμένου να προσδιοριστούν τα οποιαδήποτε κόστη των διαφόρων επιλογών που θα ληφθούν.

      4.2.6 Εάν η σημερινή βλάστηση των εκάστοτε δασοσυστάδων βρίσκεται σε μία, λιγότερο ή περισσότερο μη φυσική μορφή, λόγω των συνεχών κλιματολογικών μεταβολών και των αρνητικών ανθρώπινων επεμβάσεων και αποκλίνει σημαντικά από τη φυσική κατάσταση, στην οποία θα έπρεπε να βρίσκεται, είναι αναγκαίο να ληφθούν άμεσα, κατά το διαχειριστικό σχεδιασμό, όλα εκείνα τα κατάλληλα δασοκομικά μέτρα, ώστε να επέλθουν οι συστάδες αυτές εγγύτερα στη φυσική τους μορφή. Με αυτόν τον τρόπο, θα μειωθεί ο κίνδυνος απειλής της ποιότητας και της παραγωγικότητας του σταθμού, καθώς και της βιοποικιλότητάς του.

      4.2.7 Το ποσοστό των δασικών εκτάσεων που ταξινομούνται ως φυσικές, εγγύτερα στη φύση ή μέτρια μεταβαλλόμενες – σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης του βαθμού φυσικότητας τους (Βαθμός Ημεροβίας) – θα πρέπει να παραμένει τουλάχιστον σταθερό ή να βελτιωθεί. Αντίθετα, θα πρέπει να μειωθεί το ποσοστό αυτών των δασικών περιοχών, που ταξινομούνται ως τεχνητές ή τείνουν να αλλάξουν χρήση.

      4.2.8 Για τα πρεμνοφυή δάση, συνιστάται η βαθμιαία αναγωγή τους σε υψηλά κατά το δυνατόν σπερμοφυή δάση, αποφεύγοντας κατά το δυνατόν τις αποψιλωτικές υλοτομίες.

      4.2.9 Το ιστάμενο και κατακείμενο νεκρό ξύλο μέσα στις συστάδες, πρέπει σε βαθμό και σε έκταση που δεν προκαλείται κίνδυνος υγείας ή αύξησης του κινδύνου πυρκαγιάς, να διατηρείται για λόγους ενίσχυσης της βιοποικιλότητας.

      4.3 ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΑ ΕΙΔΗ ΚΑΙ ΕΙΔΗ ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ

      4.3.1 Κατά το σχεδιασμό και την εφαρμογή υλοτομικών εργασιών πρέπει να αποφεύγεται η λογική της αρνητικής επιλογής (για αύξηση της ποιότητας του ξυλαποθέματος) και να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη διατήρηση μιας βιοκοινότητας, καθώς και στην αειφορική διαχείριση της θήρας (διατήρηση επαρκούς αριθμού ατόμων μέσα στις συστάδες και γύρω από αυτές). Ιδιαίτερη προσοχή και λεπτό χειρισμό χρίζουν βιότοποι ή βιοσυστημικά δέντρα (λόχμες, ομάδες, συνδενδρίες ή ακόμα και διάσπαρτα μεμονωμένα δένδρα) αποτελούμενα από ώριμα-υπερώριμα άτομα (στρεβλά, κακόμορφα, με κοιλότητες, σπηλαιώσεις, διχαλωτά) όπου διαβιούν σε αυτά, σπάνια είδη πτηνών. Διαχειριστικά μέτρα, τα οποία ελλοχεύουν κινδύνους μείωσης της βιοποικιλότητας των βιοτόπων αυτών, θα πρέπει να αποφεύγονται και να υποστηρίζονται αυτά που θεωρούνται ενεργητικά.
      Προτείνεται η εφαρμογή ειδικών διαχειριστικών μέτρων σε αυτές τις βιοκοινότητες (αποφυγή έντονων διαχειριστικών παρεμβάσεων, προστασία από βοσκή και ανθρώπινων επεμβάσεων) που θα αναφέρονται στα προτεινόμενα στη διαχειριστική μελέτη στα αντίστοιχα κεφάλαια.

      4.3.2 Μέσω της Σύμβασης για το Διεθνές Εμπόριο Απειλούμενων Ειδών (CITES, 1973- Convention on International Trade in Endangered Species of Wild Fauna and Flora), θα πρέπει κατά τη λήψη διαχειριστικών μέτρων να λαμβάνονται υπόψη οι κατάλογοι ειδών, για τους οποίους το διεθνές εμπόριο ελέγχεται και παρακολουθείται. Απαγορεύεται η πώληση, η μεταφορά για πώληση, η κατοχή για πώληση, η διάθεση για πώληση των ζωντανών και νεκρών ενδιαιτημάτων, καθώς και οιουδήποτε μέρους ή προϊόντος, που προέρχεται από άγρια πτηνά και που αναγνωρίζονται εύκολα.

      4.4 ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΓΕΝΕΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

      4.4.1 Η διαχείριση της γενετικής ποικιλότητα έχει καίρια σημασία για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των δασικών οικοσυστημάτων στην κλιματική αλλαγή, αλλά και στην ανάσχεση της βιοποικιλότητας. Επίσης, η γενετική ποικιλότητα διασφαλίζει ότι, τα δασικά δέντρα μπορούν να επιβιώσουν, να προσαρμοστούν και να εξελιχθούν υπό μεταβαλλόμενες περιβαλλοντικές συνθήκες.

      4.4.2 Κατά τη λήψη των διαχειριστικών μέτρων σχετικά με την προστασία της βιοποικιλότητας, θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα για την in situ (επί τόπου) διατήρηση υπαρχόντων απειλούμενων ειδών και βιοτόπων. Εάν ένας πληθυσμός ή ένα είδος, παρόλα τα μέτρα που έχουν παρθεί για τη διατήρηση του, κακινδυνεύει ή απειλείται προς εξαφάνιση, τότε προτείνεται η ex situ στρατηγική (εκτός τόπου διατήρηση), σε τεχνητές συνθήκες (τράπεζες σπερμάτων που βρίσκονται σε βοτανικούς κήπους, ερευνητικά ιδρύματα), υπό την ανθρώπινη επίβλεψη.

      4.4.3 Για κάθε σπάνιο και απειλούμενο προς εξαφάνιση είδος ή πληθυσμό που πρόκειται να επανεισαχθεί στο φυσικό περιβάλλον από τράπεζες σπερμάτων, συστήνεται να απαιτείται ή πιστοποίηση σπόρου που θα αφορά, μεταξύ άλλων, την πρέλευση από την οποία έχει συγκομισθεί ο σπόρος, τη συγκομιδή, την επεξεργασία, τη συσκευασία, τη δειγματοληψία, τη σήμανση, τη σφράγιση, τον εργαστηριακό έλεγχο, την ποιότητα του σπόρου, τη σπορά τεμαχίων για έλεγχο και διακρίβωση των χαρακτηριστικών της ποικιλίας και το ιστορικό παραγωγής.

      4.4.4 Συνιστάται να αποφεύγονται οι τροποποιημένες γενετικά ποικιλίες σπόρων και φυτών στο δάσος. Τα όποια πλεονεκτήματα τους, θα πρέπει να εξετάζονται και να αντισταθμίζονται με τους πιθανούς κινδύνους που ενέχουν για το περιβάλλον και τον άνθρωπο.

      4.5 ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΑ ΔΑΣΗ

      4.5.1 Με το Νόμο 4685/2020 (ΦΕΚ Α 92/7-5-2020) «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και λοιπές διατάξεις», το Εθνικό Σύστημα Προστατευόμενων Περιοχών περιλαμβάνει τις εξής 4 κατηγορίες (Άρθρο 45):
      1. Περιοχές προστασίας της βιοποικιλότητας
      2. Εθνικά πάρκα
      3. Καταφύγια άγριας ζωής και
      4. Προστατευόμενα τοπία και προστατευόμενοι φυσικοί σχηματισμοί

      με μία ή περισσότερες ζώνες προστασίας και διαχείρισης από τις παρακάτω (Άρθρα 44 & 46):
      1. Ζώνη απόλυτης προστασίας της φύσης.
      2. Ζώνη προστασίας της φύσης.
      3. Ζώνη διαχείρισης οικοτόπων και ειδών.
      4. Ζώνη βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων.
      Σύμφωνα δε με το Άρθρο 46, τίθενται και τα Κριτήρια χαρακτηρισμού και οι αρχές προστασίας των εν λόγω Προστατευόμενων περιοχών, καθώς και οι επιμέρους ζώνες προστασίας και διαχείρισης.
      4.5.2 Σύμφωνα με τα Άρθρα 14α (Ζώνη απόλυτης προστασίας της φύσης), 14β (Ζώνη προστασίας της φύσης), 14γ (Ζώνη Διατήρησης οικοτόπων και ειδών) και 14δ (Ζώνη βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων) του Νόμου 4685/2020 επιτρέπονται μόνο ορισμένες, ειδικές κατηγορίες χρήσεων, οι οποίες επιλέγονται και δύναται να εξειδικεύονται κατά περίπτωση, για κάθε προστατευόμενη περιοχή, βάσει της ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του Ν. 1650/1986, με το προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 21 του Ν. 1650/1986, όπως ισχύει.

      4.5.3 Τα Σχέδια Διαχείρισης που συντάσσονται για τις προστατευόμενες περιοχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ισχύουσες διαχειριστικές μελέτες και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτές, και να καθορίζουν αντίστοιχα χρήσεις γης και επιτρεπόμενες επεμβάσεις. Ουσιαστικά θα πρέπει να αποφευχθεί η αναντιστοιχία στόχων και ενεργειών που θα δημιουργήσουν αρνητικές επιπτώσεις και επικαλύψεις αρμοδιοτήτων. Τα σχέδια αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν:
      1. τους στόχους διατήρησης και την πιθανή ιεράρχηση προτεραιοτήτων διαχείρισης της προστατευόμενης περιοχής,
      2. διαχειριστικές δράσεις, παρεμβάσεις και μέτρα που είναι απαραίτητα για να επιτευχθεί ή να διατηρηθεί η ικανοποιητική διατήρηση του προστατευόμενου ενδιαιτήματος. Οι σχετικές δράσεις και τα σχετικά μέτρα δύνανται να εξειδικεύονται για επιμέρους στοιχεία των προστατευόμενων ενδιαιτημάτων, ανάλογα με τις οικολογικές τους απαιτήσεις, το βαθμό διατήρησής τους και τις πιέσεις ή απειλές που αντιμετωπίζουν,
      3. την εξειδίκευση των όρων και περιορισμών άσκησης δραστηριοτήτων και εκτέλεσης έργων, που είναι απαραίτητα για την ικανοποιητική διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων, καθώς και όπου είναι αναγκαίο, τις ειδικότερες μελέτες που πρέπει να εκπονηθούν για την εξειδίκευση ή/και οριστικοποίηση του περιεχομένου προτεινόμενων διαχειριστικών δράσεων και μέτρων και
      4. τις κατευθύνσεις και τις προτεραιότητες για την υλοποίηση έργων, δράσεων και μέτρων, που απαιτούνται για την αποτελεσματική προστασία, διαχείριση και αποκατάσταση των ενδιαιτημάτων που προστατεύονται κατά περίπτωση, καθώς και τα κατάλληλα προγράμματα παρακολούθησης του προστατευτέου αντικειμένου και αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας του Σχεδίου Διαχείρισης.
      4.5.4 Τα καθορισμένα φυσικά δασικά αποθέματα υποστηρίζουν τη φυσική εξέλιξη των δασικών οικοσυστημάτων (φυσικός κύκλος ζωής) και τη διατήρηση της βιολογικής ποικιλομορφίας, ανεπηρέαστα από άμεσες ανθρώπινες επεμβάσεις. Τα φυσικά αποθέματα δασών καθορίζονται βάσει της κείμενης εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας.

      4.5.5 Δημιουργία φυσικών αποθεμάτων σε κάθε δάσος, προκειμένου να υπάρχουν θέσεις που να εξελίσσονται φυσικά (με φυσικό κύκλο ζωής) και ανεπηρέαστα από ανθρώπινες επεμβάσεις. Αυτά τα αποθέματα μπορούν να εξυπηρετούν πολύπλευρες ανάγκες, τόσο επιστημονικές, όπως η παρακολούθηση της φυσικής πορείας εξέλιξης και η εξαγωγή συμπερασμάτων για ενδεδειγμένους χειρισμούς, όσο και περιβαλλοντικές ανάγκες, δηλαδή την προστασία της βιοποικιλότητας.

Επισκόπηση 0 απαντητικών νημάτων
  • Η συζήτηση ‘ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΕΞΙ (6) ΠΑΝΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΕΙΦΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΔΑΣΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ’ δεν δέχεται νέα θέματα και απαντήσεις.